
Αποκλειστικό δημοσίευμα του Reuters αναφέρει ότι η Ελλάδα σχεδιάζει να εξοφλήσει πλήρως τα εναπομείναντα δάνεια του πρώτου πακέτου διάσωσης μέχρι το 2031, δέκα χρόνια νωρίτερα από τη λήξη τους.
Το πρακτορείο επικαλείται δύο Έλληνε κυβερνητικούς αξιωματούχους, σύμφωνα με τους οποίους, η αποπληρωμή θα γίνει σταδιακά, με ετήσιες δόσεις των 5 δισ. ευρώ.
«Στόχος μας είναι να αποπληρώσουμε το υπόλοιπο των δανείων του πρώτου πακέτου διάσωσης –που λήγουν το 2041– δέκα χρόνια νωρίτερα», δήλωσε ένας από τους αξιωματούχους, υπό καθεστώς ανωνυμίας. Όπως εξήγησε, το σχέδιο χρηματοδότησης περιλαμβάνει αξιοποίηση του αποθεματικού των 37 δισ. ευρώ, πλεονάσματα που υπερβαίνουν τις προβλέψεις, αλλά και νέες εκδόσεις ομολόγων.
Ο δεύτερος κυβερνητικός αξιωματούχος ανέφερε ότι μέσα στο 2024 το δημόσιο χρέος θα μειωθεί, σε απόλυτο αριθμό, για πρώτη φορά μετά την έξοδο από το τρίτο μνημόνιο, στα 365,8 δισ. ευρώ.
Ο υπουργός Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης, σε συνέντευξή του στο Reuters, επιβεβαίωσε την πρόθεση πρόωρης εξόφλησης, χωρίς ωστόσο να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες για το ακριβές χρονοδιάγραμμα ή τα ποσά.
«Είμαστε βέβαιοι πως αυτή η στρατηγική θα επιτρέψει στην Ελλάδα να αποβάλει τον τίτλο της πιο υπερχρεωμένης χώρας της Ε.Ε. τα επόμενα χρόνια», δήλωσε ο Πιερρακάκης. «Πρόκειται για έναν ρεαλιστικό και επιτεύξιμο στόχο».
Η ελληνική οικονομία ανακάμπτει σταδιακά από την κρίση της περιόδου 2009-2018, η οποία έφερε τη χώρα ένα βήμα πριν την έξοδο από την ευρωζώνη και βύθισε τους πολίτες σε ένα μακρύ τούνελ λιτότητας, περικοπών και κοινωνικών εντάσεων.
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, που παραμένει το υψηλότερο στην ευρωζώνη, αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από το 140% του ΑΕΠ έως το 2027, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, ο οποίος ωστόσο απέφυγε να δώσει ακριβές ποσοστό.
Οι δύο αξιωματούχοι εκτίμησαν ότι το χρέος θα φτάσει το 135% του ΑΕΠ το 2027, επίπεδο χαμηλότερο από αυτό της Ιταλίας, της οποίας το χρέος εκτιμάται ότι θα φτάσει το 138% το 2026.
Μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας το 2023, το κόστος δανεισμού της Ελλάδας έχει μειωθεί δραστικά και πλέον είναι χαμηλότερο ακόμη και από αυτό της Ιταλίας.
Πηγή: Reporter.gr