Αν μια πολεοδομία έχει προεγκρίνει μια οικοδομική άδεια σε εκτός σχεδίου περιοχή, εσείς δεν πρέπει να εκφράζετε αντίρρηση, ακόμα κι αν διαπιστώνετε ότι δεν έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις του νόμου. Αυτό διέταξε όλες τις υπηρεσίες του το Υπουργείο Πολιτισμού, με αφορμή ερώτημα της Εφορίας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων. Δύο εβδομάδες αργότερα… ανακάλεσε με επείγον έγγραφο την εντολή του. Η αναδίπλωση του Υπουργείου Πολιτισμού είναι ενδεικτική της αμφισημίας που επικρατεί στην Πολιτεία, σχετικά με την ευθύνη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας απέναντι στην αθρόα έκδοση οικοδομικών αδειών, ακόμα και όταν αυτό καταφανώς απαγορεύεται.

Τα όσα με δραματικό τρόπο ήρθαν στο φως το καλοκαίρι του 2023 για τη Μύκονο και τη Ρόδο αποκάλυψαν τις πιέσεις που δέχονταν οι αρχαιολόγοι του Δημοσίου: Όχι μόνο από τα κυκλώματα που εκμεταλλεύονται παράνομα τις ακτές, αλλά και και από όσους πιέζουν για να οικοδομήσουν οπουδήποτε, με τους δικούς τους όρους. Και καθώς πολλές πολεοδομικές υπηρεσίες είχαν στην πράξη αποδειχθεί ανίκανες (ή απρόθυμες) να επιβάλλουν την πολεοδομική νομιμότητα, το βάρος έπεφτε στους αρχαιολόγους, οι οποίοι βέβαια μετατρέπονταν σε «σάκοι του μποξ» από όλες τις πλευρές. 

Στις 23 Οκτωβρίου, ο Γενικός Γραμματέας Πολιτισμού Γεώργιος Διδασκάλου, με επείγον έγγραφό του προς τις υπηρεσίες του υπουργείου απευθύνει οδηγία για τον τρόπο που πρέπει να αρχαιολόγοι να χειρίζονται θέματα πολεοδομικών αδειοδοτήσεων. Όπως αναφέρει, σύμφωνα με τον ν.4495/2017 οι υπηρεσίες δόμησης μπορούν να χορηγούν προέγκριση μιας οικοδομικής άδειας (υποχρεωτική μόνο στα μεγάλα κτίρια), η οποία καταρχήν πιστοποιεί το δικαίωμα δόμησης σε μια περιοχή. Όπως υποστηρίζει, η προέγκριση αυτή «παράγει ιδιότυπο τεκμήριο νομιμότητας ως προς το περιεχόμενό της, μέχρι την οριστική έγκριση της οικοδομικής άδειας». Υπενθυμίζει ότι οι αρχαιολογικές υπηρεσίες μπορούν να απαγορεύσουν οικοδομικές εργασίες αν έχουν δυσμενείς επιπτώσεις σε ένα μνημείο ή να θέσουν συγκεκριμένους όρους για την προστασία του. Και παραθέτει τη νομολογία του ΣτΕ, σύμφωνα με την οποία η αρχαιολογική υπηρεσία ελέγχει κατά πόσο επιτρέπεται μια οικοδομική άδεια «αποκλειστικά υπό το πρίσμα εξουδετέρωσης των τυχόν επιβλαβών αρχαιολογικών συνεπειών».

Και παρότι και η αρχαιολογική υπηρεσία ελέγχει και τις πολεοδομικές αδειοδοτήσεις, «ιδίως σε σχέση με την οικοδομησιμότητα γηπέδου (σσ. έκτασης γης) εκτός σχεδίου δεν περιλαμβάνεται στην αρμοδιότητα του ΥΠΠΟ». Με τον τρόπο αυτό το Υπουργείο καλεί τις υπηρεσίες του να μην διερευνούν κατά πόσο έπρεπε μια πολεοδομία να δώσει προέγκριση ή όρους δόμησης σε ένα ακίνητο «στη μέση του πουθενά», που δεν έχει πρόσωπο σε αναγνωρισμένη οδό (όπως εδώ και 20 χρόνια επαναλαμβάνει η νομολογία του ΣτΕ). Αλλά να λαμβάνουν ως δεδομένη την προέγκριση της άδειας. 

Η «γκάφα» του υπουργείου, η οποία το φέρνει σε αντίθεση με την πάγια νομολογία του ΣτΕ φαίνεται ότι έγινε γρήγορα αντιληπτή. Στις 10 Νοεμβρίου, ο Γενικός Γραμματέας με επείγον έγγραφό του ανακάλεσε την οδηγία που είχε δώσει, χωρίς περαιτέρω αιτιολόγηση. Το γεγονός αυτό ωστόσο αναδεικνύει τόσο τις πιέσεις που και πάλι δέχονται οι αρχαιολόγοι στις Κυκλάδες να συναινέσουν σε άδειες που κακώς έχουν δώσει οι υπηρεσίες, αλλά και την αμφισημία που υπάρχει στην κυβέρνηση σχετικά με τη διαχείριση της εκτός σχεδίου δόμησης.