

Μία προσπάθεια παλαιογεωγραφικής «ανασύνθεσης» της αρχαίας ακτογραμμής του Αιγαίου, με επίκεντρο τη Μήλο και την Κίμωλο, επιχειρούν για πρώτη φορά ερευνητές.
H καινοτόμος γεωαρχαιολογική έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη στις Κυκλάδες καταγράφει γεωμορφολογικούς δείκτες, συλλέγει βαθυμετρικά στοιχεία, αξιοποιεί παρατηρήσεις για τα αρχαία χρονολογημένα κατάλοιπα που βρίσκονται στον βυθό της θάλασσας και ποσοτικοποιεί τις μεταβολές που έχουν υποστεί οι ακτές του Αιγαίου τα τελευταία 6.000 χρόνια. Σκοπός των ερευνητών είναι να αναδείξουν αρχαίες λιμενικές εγκαταστάσεις, μορφολογίες ελλιμενισμού και θαλάσσιες διαδρομές της αρχαιότητας, καταγράφοντας παράλληλα τις μεγάλες αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο παράκτιο τοπίο του Αιγαίου λόγω της γεωτεκτονικής του δομής αλλά και της κλιματικής αλλαγής.
Όπως σημειώνει η διεπιστημονική ομάδα που υλοποιεί την έρευνα, «στη διάρκεια των 6.000 τελευταίων χρόνων η συνολική σχετική άνοδος του επιπέδου της θάλασσας στα νησιά των Βόρειων και Κεντρικών Κυκλάδων φτάνει τα 5 μέτρα, όπως έχει συστηματικά καταγραφεί στις ακτές των Κέας, Κύθνου, Άνδρου, Πάρου, Αντιπάρου, Νάξου, Δήλου και Μυκόνου, από τις καταποντισμένες γεωμορφές και αρχαίες κατασκευές. Το φαινόμενο αυτό, όμως, γίνεται ακόμη πιο έντονο – με σχεδόν διπλάσιους ρυθμούς ανόδου της θαλάσσιας στάθμης – σε περιοχές που υπόκεινται σε γεωτεκτονικές αναταραχές, όπως συμβαίνει στα δυτικότερα νησιά του νότιου τμήματος του κυκλαδικού συμπλέγματος, στο ηφαιστειακό τόξο του Νότιου Αιγαίου, και συγκεκριμένα στη Μήλο και στην Κίμωλο».

«Η πρόσφατη σεισμική ακολουθία στο κεντρικό τμήμα του ηφαιστειακού τόξου του Αιγαίου είναι ενδεικτική της έντονης τεκτονικής παραμόρφωσης αυτού του νησιωτικού χώρου, στον οποίο αναπτύχθηκε διαχρονικά – λόγω της στρατηγικής θέσης του – ένας ναυτικός πολιτισμός με επίκεντρο την προϊστορική Θήρα και δυτικότερα τη Φυλακωπή, στη βόρεια ακτή της Μήλου», λέει η διευθύνουσα της έρευνας και επιστημονική συνεργάτις του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Ελένη Κολαΐτη, η οποία είναι δρ Γεωαρχαιολογίας και εταίρος της επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Αρχαίων Ακτογραμμών (AKTES).
Σημαντικό εύρημα της εν εξελίξει έρευνας αποτελεί η βυθισμένη κατακόμβη των πρωτοχριστιανικών χρόνων λαξευμένη στη βραχώδη βορειοδυτική ακτή της Κιμώλου, στη θέση Πελεκητή. Στο μεγαλύτερο τμήμα της σήμερα έχει πλημμυρίσει από τη θάλασσα, με το δάπεδό της να βρίσκεται σε βάθος 3 μέτρων
«Οι κλασικές λιμενικές εγκαταστάσεις της αρχαίας πόλης της Μήλου, στην ακτή του Κλήματος, έχουν καταποντιστεί σε βάθος 6-11 μέτρων, με τη θάλασσα σήμερα να πλημμυρίζει περιοδικά τα «σύρματα», τις χαρακτηριστικές αποθήκες φύλαξης των ψαροκάικων του προηγούμενου αιώνα. Οι ρωμαϊκές λιμενικές εγκαταστάσεις και κτιριακά κατάλοιπα στον οικισμό της Πολλώνιας βρίσκονται σε βάθος έως 5,50 μέτρων». Δραματικές μεταβολές λόγω της θαλάσσιας επίκλυσης παρατηρούνται στην απέναντι νοτιοδυτική ακτή της Κιμώλου, όπου ο όρμος των Ελληνικών με τη νησίδα του Αγίου Ανδρέα στο μέσο του φιλοξενεί στον πυθμένα του την αρχαία πόλη της Κιμώλου. «Δρόμοι, μνημειακά κτίσματα, εκτεταμένο νεκροταφείο με πολλές σαρκοφάγους και ταφικά μνημεία, πηγάδια και μάντρες συνθέτουν τα ερείπια της αρχαίας πόλης σε βάθος έως και 5 μέτρων κάτω από τη σημερινή θαλάσσια στάθμη, ενώ μια εκτεταμένη λιθοποιημένη παραλία, βυθισμένη σε βάθος 5,50 μέτρων σε απόσταση 300 μέτρων από τη σημερινή ακτή, σηματοδοτεί την αρχαία ακτογραμμή», λέει η δρ Κολαΐτη.
«Βυθισμένα αρχαία λατομεία και ερείπια κτισμάτων έχουν εντοπιστεί επίσης στις ακτές Καλαμίτσι και Κλήμα της Νότιας και Ανατολικής Κιμώλου, μέχρι βάθους 3,50 και 6,50 μέτρων. Σημαντικό εύρημα της γεωαρχαιολογικής έρευνας αποτελεί η βυθισμένη κατακόμβη των πρωτοχριστιανικών χρόνων, λαξευμένη στη βραχώδη βορειοδυτική ακτή της Κιμώλου, στη θέση Πελεκητή. Στο μεγαλύτερο τμήμα της σήμερα έχει πλημμυρίσει από τη θάλασσα, με το δάπεδό της να βρίσκεται σε βάθος 3 μέτρων. Τεκμήρια παλαιότερων θαλάσσιων επιπέδων αποτελούν, επίσης, οι τρεις γενεές λιθοποιημένων παραλιών που παρατηρήθηκαν στις ακτές της Μήλου και της Κιμώλου στα ίδια βάθη, 5,50, 1,40 και 0,80 μέτρων, που ραδιομετρικά χρονολογούνται από τον 9ο έως τον 19ο αιώνα μ.Χ. Τα λαξευμένα στον μαλακό βράχο «σύρματα» με τη λαξευτή γλίστρα για το τράβηγμα της βάρκας, διάσπαρτα στην ακτή της Κιμώλου του περασμένου αιώνα, καθορίζουν το πλέον πρόσφατο θαλάσσιο επίπεδο σε βάθος 0,45 μέτρων χαμηλότερα από το σημερινό», προσθέτει η ερευνήτρια, σημειώνοντας πως η γεωαρχαιολογική έρευνα συνεχίζεται.
Το ερευνητικό πρόγραμμα υλοποιείται από τον Τομέα Ελληνικής και Ρωμαϊκής Αρχαιότητας του Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, με επιστημονική υπεύθυνη τη διευθύντρια Ερευνών, δρα Χαρίκλεια Παπαγεωργιάδου.