

Μελέτη επιστημονικής ομάδας του Πανεπιστημίου Αιγαίου που εστιάζει σε 38 νησιά των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων αποτυπώνει για πρώτη φορά τη χωρική σχέση ανάμεσα στη δόμηση και τα μνημεία του Νοτίου Αιγαίου. Στόχος η δημιουργία μιας ανοιχτής βάσης δεδομένων η οποία θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως πρακτικό εργαλείο για τον χωρικό σχεδιασμό και τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων
η ραγδαία και συχνά ανεξέλεγκτη οικιστική ανάπτυξη στα νησιά του Νοτίου Αιγαίου, όπως αυτή εξελίσσεται τις δύο τελευταίες δεκαετίες με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα, χαρτογράφησε ερευνητική ομάδα από το Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, με επικεφαλής τον δρα Γεώργιο Τσιλιμίγκα, καθηγητή Χωροταξικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμού, τη δρα Ευαγγελία – Θεοδώρα Δερδεμέζη και την Ευστρατία Χατζή, υποψήφια διδάκτορα.
Η μελέτη τους με τίτλο “The Impact of built – up area dispersion on the Cultural Heritage of the Region of South Aegean, Greece” που δημοσιεύθηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό ISPRS (International Journal of Geo-Information) αποτυπώνει για πρώτη φορά τη χωρική σχέση ανάμεσα στον δομημένο χώρο και στις περιοχές πολιτιστικής κληρονομιάς της περιφέρειας του Νοτίου Αιγαίου, αναδεικνύοντας πώς η άναρχη οικιστική εξάπλωση μπορεί να αποτελέσει απειλή για την πολιτιστική ταυτότητα των νησιών.
«Η αστική διάχυση δεν αφορά μόνο κύριους διεθνείς τουριστικούς προορισμούς. Σε ορισμένα τουριστικά “αναπτυσσόμενα” νησιά της Ελλάδας, η διαχρονική ποσοστιαία αύξηση της εκτός ορίων δόμησης είναι ακόμη μεγαλύτερη, γεγονός που αναδεικνύει σοβαρούς κινδύνους για το τοπίο και την πολιτισμική ταυτότητά τους».

«Η Μύκονος αποτελεί το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα έντονης οικιστικής ανάπτυξης. Σε περιοχές εκτός θεσμοθετημένων ορίων οικισμών βρίσκεται πάνω από το μισό του συνολικού δομημένου χώρου του νησιού», επισημαίνουν στην «Κ» τα μέλη της ομάδας, αναφέροντας ενδεικτικά και τις περιπτώσεις της Κέας και της Πάτμου όπου κι εκεί διαπιστώνεται «έντονη αστική διάχυση». Ο εκτός ορίων δομημένος χώρος, σημειώνουν, είναι αναλογικά μεγαλύτερος στις Κυκλάδες από ό,τι στα Δωδεκάνησα.
«Εύρημα της έρευνας αποτελεί επίσης ότι η αστική διάχυση δεν αφορά μόνο κύριους διεθνείς τουριστικούς προορισμούς. Σε ορισμένα τουριστικά “αναπτυσσόμενα” νησιά της Ελλάδας, η διαχρονική ποσοστιαία αύξηση της εκτός ορίων δόμησης είναι ακόμη μεγαλύτερη, γεγονός που αναδεικνύει σοβαρούς κινδύνους για το τοπίο και την πολιτισμική ταυτότητά τους», προσθέτουν.

Καινοτομία στη μεθοδολογία
Η μελέτη εστιάζει σε 38 νησιά των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων και αποτελεί την πρώτη ποσοτική και χαρτογραφική ανάλυση για το πώς η δόμηση «αγγίζει» την πολιτιστική κληρονομιά των νησιών. Η εφαρμογή της μεθόδου έγινε με Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (GIS). Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Copernicus, ώστε να χαρτογραφηθεί η εξάπλωση της δόμησης με ακρίβεια δέκα μέτρων. Για τα όρια των οικισμών αξιοποιήθηκαν γεωπύλες όπως το e-poleodomia, η ΥΓΕΠ Νήσων, ο Ενιαίος Ψηφιακός Χάρτης, καθώς και ορθοφωτοχάρτες και τοπογραφικά διαγράμματα από ΦΕΚ οριοθέτησης οικισμών. Για τη χαρτογραφική και ποσοτική απόδοση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς αξιοποιήθηκε η γεωπύλη του Αρχαιολογικού Κτηματολογίου.
Μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία μιας ανοιχτής βάσης δεδομένων που θα είναι διαθέσιμη στην Πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς ως πρακτικό εργαλείο για τον χωρικό σχεδιασμό και τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων.

«Η καινοτομία μας έγκειται στη σύνθεση διαφορετικών τύπων γεωχωρικών δεδομένων –δομημένες επιφάνειες, όρια οικισμών, πολιτιστική κληρονομιά που περιλαμβάνει αρχαιολογικούς, ιστορικούς χώρους και μνημεία– στο πλαίσιο μιας μεθοδολογίας, που μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία μιας ανοιχτής βάσης δεδομένων. Αυτή θα μπορούσε να αξιοποιηθεί από την Πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς ως πρακτικό εργαλείο για τον χωρικό σχεδιασμό και τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων», τονίζει ο κ. Τσιλιμίγκας.

Ευρήματα
Ενδεικτικά ευρήματα της έρευνας, βάσει της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε, δείχνουν ότι:
- 80% και άνω των αρχαιολογικών περιοχών στη Μύκονο και τη Νάξο έχει ήδη επηρεαστεί από την άναρχη δόμηση.
- 60% και άνω των δομημένων περιοχών σε Αντίπαρο, Ηρακλειά, Κέα, Μύκονο, Πάρο και Πάτμο βρίσκεται εκτός ορίων οικισμών, δηλαδή σε ζώνες που υπάρχουν πιο «χαλαρές» ρυθμίσεις για τη δόμηση.
- 86% φτάνει το ποσοστό αυτό στην Πάτμο, ωστόσο μόνο το 2% αφορά πολιτιστικές ζώνες.
- 20% της δόμησης της Σαντορίνης βρίσκεται εκτός ορίων, ωστόσο το 80% αυτής επηρεάζει πολιτιστικά τοπία.
- 46% φτάνει το ποσοστό εκτός ορίων στη Ρόδο, με το 53% να επιδρά σε χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το κλειδί για μια ισόρροπη ανάπτυξη
«Τα νησιά έχουν ένα ιδιαίτερο τοπίο, το οποίο αποτελεί βασικό πόρο τουριστικής ανάπτυξης. Η αυξημένη τουριστική δραστηριότητα και η συνεχής ζήτηση για νέες υποδομές δημιουργούν πιέσεις στον χώρο, καθιστώντας αναγκαίο έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό που θα διασφαλίζει την ισορροπία μεταξύ ανάπτυξης και προστασίας», σημειώνει η επιστημονική ομάδα. «Χαρακτηριστικά παραδείγματα νησιών όπου η διάσπαρτη –εκτός σχεδίου– δόμηση επηρεάζει έντονα τους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς είναι επίσης η Φολέγανδρος, η Τήνος και η Κύθνος», προσθέτουν υπογραμμίζοντας ότι δεν πρέπει να παραβλέπεται πως το πολιτισμικό τοπίο αφορά στο σύνολο της νησιωτικής επικράτειας, σε μία λογική προστασίας όχι μόνο των «αναγνωρισμένων», αλλά και των «καθημερινών» τοπίων.

Με δεδομένο λοιπόν ότι ο τουρισμός αποτελεί βασικό οικονομικό πυλώνα για τα νησιά και ταυτόχρονα βασικό παράγοντα πίεσης, το ερώτημα που θέτουμε στους ερευνητές είναι πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί η ισορροπία ανάμεσα στην ανάπτυξη και την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς.
«Κλειδί για μια ισόρροπη ανάπτυξη αποτελεί ένα ολοκληρωμένο σύστημα χωρικού σχεδιασμού, με συνέπεια στη διάρκεια του χρόνου και συνέργεια με τομεακές και αναπτυξιακές πολιτικές», απαντά η ομάδα του Πανεπιστημίου Αιγαίου, υπενθυμίζοντας ότι σε πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα νησιά της Ε.Ε. διατυπώνεται η αναγκαιότητα ερευνών για τον νησιωτικό χώρο, στις οποίες θα βασίζεται η στρατηγική για βιώσιμη ανάπτυξη.
«Απαραίτητη είναι επίσης και η ενεργός συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, ώστε οι πολιτικές να έχουν κοινωνική αποδοχή και να ενισχύεται η αίσθηση συμμετοχής στη διαφύλαξη της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς», προσθέτουν.

Ελλείψεις και καθυστερήσεις
Μέσα από τη μελέτη αναδεικνύονται πάντως και οι βασικές ελλείψεις του υφιστάμενου χωροταξικού και πολεοδομικού πλαισίου στη χώρα μας με τα υφιστάμενα εργαλεία να δείχνουν ανεπαρκή για να συγκρατήσουν την πίεση της απρογραμμάτιστης οικιστικής ανάπτυξης.
«Μία από τις πιο σημαντικές προκλήσεις του συστήματος χωρικού σχεδιασμού στην Ελλάδα αφορά τους ρυθμούς ολοκλήρωσης και επικαιροποίησης των σχεδίων που μεταξύ άλλων, οδηγούν σε ασυμβατότητες μεταξύ πλαισίων και σχεδίων διαφορετικών επιπέδων», εξηγούν οι επικεφαλής της έρευνας προσθέτοντας μία σειρά από άλλες ελλείψεις: «Επιπλέον, η θεσμοθέτηση κρίσιμων για τον νησιωτικό χώρο ειδικών πλαισίων -όπως του τουρισμού- έχει καθυστερήσει και η αναθεώρηση του Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου δεν έχει ακόμη θεσμοθετηθεί. Τα σχέδια που ρυθμίζουν τις χρήσεις γης και άλλα ζητήματα διαχείρισης του χώρου σε τοπικό επίπεδο, όπως τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια και Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης, δεν καλύπτουν το σύνολο των νησιών. Η σύγχρονη προσπάθεια με τα τοπικά και ειδικά πολεοδομικά σχέδια βρίσκεται σε εξέλιξη. Ετσι, μεγάλα τμήματα παραμένουν ουσιαστικά χωρίς εργαλεία για διασφάλιση σύγχρονης χωροταξικής διαχείρισης».
«Η αναθεώρηση του Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου δεν έχει ακόμη θεσμοθετηθεί. Τα σχέδια που θα ρύθμιζαν τις χρήσεις γης και άλλα ζητήματα διαχείρισης του χώρου σε τοπικό επίπεδο, όπως τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια και Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης, δεν καλύπτουν το σύνολο των νησιών».
Παράλληλα, η ερευνητική ομάδα επισημαίνει τη χρησιμότητα δημιουργίας ενός Παρατηρητηρίου Χωροταξικού Σχεδιασμού το οποίο θα λειτουργεί ως «βάση δεδομένων και τεκμηρίωσης» με συνεχή παρακολούθηση της δόμησης και παροχή αξιόπιστων στοιχείων σε φορείς και πολίτες. «Το Παρατηρητήριο θα μπορούσε να συμβάλει στην έγκαιρη παρέμβαση προτού δημιουργηθούν μη αναστρέψιμα ζητήματα», επισημαίνουν, προσθέτοντας πως οι φορείς μπορούν ήδη να αξιοποιήσουν τα χαρτογραφικά και ποσοτικά αποτελέσματα που δημοσιεύονται στο άρθρο, ώστε εντοπίζοντας περιοχές υψηλής πίεσης να δίνουν προτεραιότητα στις παρεμβάσεις τους.

Διαρκές αντικείμενο έρευνας
Η μελέτη της χαρτογραφικής απόδοσης και η ερμηνεία της οικιστικής ανάπτυξης των νησιών που απασχολεί την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Αιγαίου τα τελευταία δέκα χρόνια παραμένουν για τους τρεις επιστήμονες ένα διαρκές αντικείμενο έρευνας. Επόμενη στάση: η Ευρώπη.
«Στα επόμενα βήματά μας είναι η εφαρμογή της μεθοδολογίας σε άλλες νησιωτικές περιοχές της Ευρώπης όπου υπάρχουν διαθέσιμα γεωχωρικά δεδομένα με στόχο συγκριτικές αναλύσεις. Εκτιμούμε ότι η μεθοδολογία της έρευνάς μας μπορεί να αποτελέσει ένα εργαλείο με εφαρμογή στον ευρωπαϊκό χώρο για νησιωτικές και παράκτιες περιοχές που αντιμετωπίζουν παρόμοιες πιέσεις», καταλήγουν.