

«Κάναμε καραντίνα στη Δήλο». Ηταν 3 Ιουνίου 1901, ο Κωνσταντίνος Καβάφης, στο πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα γράφει στο ημερολόγιό του για μια αναγκαστική στάση. Εννοούσε βέβαια τη Ρήνεια, την άλλη Δήλο, όπου και σήμερα σώζονται τα ερείπια του λοιμοκαθαρτηρίου. Τις δύο μέρες της παραμονής, ο Αλεξανδρινός την αναφέρει σαν ένα όμορφο μέρος με καλλιέργειες που έμοιαζαν εγκαταλελειμμένες. Σχεδόν 125 χρόνια μετά, ο ποιητής επιστρέφει συμβολικά στο σύμπλεγμα Δήλου – Ρήνειας – Μυκόνου. Στην Πινακοθήκη Ματογιάννι, στην έκθεση με τίτλο «Αναφορά στον Κ. Π. Καβάφη / Δήλος» από τις 5 έως τις 20 Σεπτεμβρίου 2025, ο ζωγράφος Ανδρέας Γεωργιάδης παρουσιάζει ξανά τη δική του ματιά στο σύμπαν του ποιητή.


Η πρώτη εκθεσιακή του απόπειρα να το προσεγγίσει ήταν το 2023, στο αφιέρωμα με τίτλο «Επέστρεφε», στην πτέρυγα «Μακρυγιάννη» της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, το οποίο στη συνέχεια ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, στην Istanbul Concept Gallery. Τώρα σε μια ατομική, σε επιμέλεια της Ιστορικού τέχνης Φανής-Μαρίας Τσιγκάκου, επανέρχεται με νέα έργα, τόσο για τον ίδιο τον Καβάφη, όσο και για τη Δήλο.
Πρωτοδιαβάζοντας τα ποιήματα του Αλεξανδρινού όταν ήταν στην εφηβεία του, ο Γεωργιάδης δεν έχει απεικονίσει μόνον τα υπαρκτά και φανταστικά πρόσωπα που εποίκισαν τον κόσμο του λογοτέχνη. Ο ζωγράφος εξερεύνησε τις δύο πόλεις με τις οποίες συνέδεσε τον βίο του, την Κωνσταντινούπολη και την Αλεξάνδρεια. Τις γνώρισε εν τω βάθει, ζωγράφισε τα μνημεία τους, υπό το ατμοσφαιρικό φως εκείνης της εποχής. Βλέποντας τη δουλειά του είναι σαν να ταξιδεύεις πίσω στον χρόνο, μια ελεγεία του παρελθόντος που δεν είναι γλυκερή αλλά έχει ικμάδα.

Με τον ποιητή ήταν η πρώτη φορά που σε αυτά τα πορτρέτα πόλεων εισήλθε και το ανθρώπινο στοιχείο. Τώρα ο ζωγράφος εστιάζει σε αυτήν την ολιγοήμερη παύση του ταξιδιού του Καβάφη προτού πατήσει το πόδι του στην Αθήνα της Μπελ Επόκ. Αποτυπώνει το άχρονο κυκλαδίτικο τοπίο και την ιερότητά του.

Τα έργα της νέας ενότητας για τη Δήλο, όλα μελάνια σε χαρτί, παρουσιάζουν στάσεις και διαδρομές στη μαγική φύση και δημιουργούν γεωγραφία μνήμης. Οπως επισημαίνει η Τσιγκάκου: «Οι εικόνες του είναι έντιμες. Αποτίουν σεβασμό στο ποιητικό έργο. Δεν παρεμβαίνουν, ούτε υποβάλλουν ερμηνείες. Δεν εξαπατούν τον θεατή. Και κυρίως δεν υποβιβάζουν το έργο φέρνοντάς το στα μέτρα της προσωπικής του ερμηνείας». Εχει δίκιο. Οι συνθέσεις του Γεωργιάδη έχουν τη δική τους ξεχωριστή αυτονομία, αν και υπηρετούν ένα ευρύτερο αφήγημα.

Πρόκειται για έναν πολυτάλαντο καλλιτέχνη. Με ρίζα μικρασιάτικη, γεννημένος το 1972, μεγαλωμένος στη γειτονιά του Υμηττού, ο ζωγράφος φανέρωσε από νωρίς την καλλιτεχνική του κλίση. Σπούδασε γραφιστική –οι κατάλογοι που κάνει για το Ιδρυμα Γουλανδρή, και όχι μόνον, ως μέλος της ομάδας της Μικρής Αρκτου είναι πράγματι εξαιρετικοί–, ενώ μαθήτευσε στην τέχνη του χρωστήρα πλάι στον Γιώργο Ρόρρη. Εχει παρουσιάσει 15 εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Μιας και τρέφεται από ταξίδια, συνεχίζει να ανακαλύπτει την Ελλάδα και τον κόσμο.
Ενδιαμέσως προλαβαίνει να ασχοληθεί και με τη σκηνογραφία. Εχει αναλάβει τον σχεδιασμό του Μουσείου Ιδρύματος Β. & Ε. Γουλανδρή στην Αθήνα, αλλά και τον σχεδιασμό πολλών εκθέσεων στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, στο Μουσείο Μπενάκη κ.ά. Εργάζεται, επίσης, στο θέατρο ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος. Τον Ιούνιο που μας πέρασε, συνεργάστηκε με τη Χλόη Ομπολένσκυ στα σκηνικά για την όπερα «Τουραντότ» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Ηρώδειο.
ΠΗΓΗ : Premium έκδοση Kathimerini.gr